«Ποδηλάτης μεταμφιεσμένος σε τσολιά» Γιάννης Τσαρούχης |
Μέχρι πριν από λίγο καιρό οι καρδινάλιοι των κεντρικών δελτίων ειδήσεων μας έλεγαν 120 φορές το λεπτό ότι οι δανειστές μας, οι μεγάλοι Ευρωπαίοι προστάτες μας, θέλουν να δουν αίμα να τρέχει για να αποφασίσουν ότι αξίζει τον κόπο να μας σώσουν. Το είπαν, το ξανάπαν - μπαφιάσαμε - μέχρις ότου όσοι έπρεπε να το πιστέψουν το πίστεψαν ότι πρέπει να θυσιαστούν (οι άλλοι) για να ζήσουν!
Και τότε, όταν πια ο πάντα έτοιμος λαός το είχε εμπεδώσει, οι παρομοιώσεις με τα αίματα κόπηκαν μαχαίρι. Ήξεραν ότι είχε έρθει η ώρα το αίμα να τρέξει πραγματικά, η απειλή είχε κάνει τη δουλειά της, είχε τρομάξει όσους μπορούσε να τρομάξει και δεν είχαν πια λόγο να εκτίθενται. Το παραμύθι έπρεπε να αλλάξει, να... αφηγηθούν την ιστορία αλλιώς.
Οι καρδινάλιοι άρχισαν πάλι απ' την αρχή. Τώρα το αίμα έτρεχε κάπου στο βάθος, στο προσκήνιο είχε περάσει η μάχη της σωτηρίας, που έχει θύματα αλλά - τι να κάνουμε τώρα - είναι αναγκαία για να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις, να ξανάρθει κάποτε σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα η ανάπτυξη, γιατί μόνο αυτή, λέει, μπορεί να ζήσει όσους τυχερούς εργαζόμενους γλυτώσουν τη λαιμητόμο από την οποία είναι προορισμένοι να περάσουν.
Η κρεατομηχανή άρχισε να δουλεύει από τότε ασταμάτητα. Οχι, βέβαια, γιατί έτσι θα σωζόταν η χώρα και η οικονομία της (ποιος πιστεύει ακόμα τέτοια παραμύθια - η χώρα και η οικονομία ποιανού), αλλά για να τσακίσει κάθε αντίσταση, σε κάθε χώρο δουλειάς. Από την Ελληνική Χαλυβουργία μέχρι τα συγκροτήματα του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου.
Παντού. Όπου, οι εργαζόμενοι δεν δέχθηκαν να παίξουν το παιχνίδι τους. Δεν δέχθηκαν να αυτοκτονήσουν (ως άνθρωποι) για να ζήσουν (ως συνένοχοι). Και δεν υπέγραψαν κανένα βρωμόχαρτο, κρατώντας ψηλά το κεφάλι και την αξιοπρέπειά τους. Ανάμεσά τους δεκάδες φίλοι και συνάδελφοί μου, η Πόπη (Χριστοδουλίδου) και ο Σπύρος (Πάνου), η συμμαθήτριά μου η Πέπη (Οικονομάκη) και ένα σωρό άλλοι γνωστοί και άγνωστοι στη δημοσιογραφική πιάτσα, όπως τα παιδιά στον Alter και τα υπόλοιπα μαγαζιά.
Συγνώμη που δεν τους αναφέρω όλους με τα ονόματά τους, συγνώμη για όσους δεν ξέρω, αλλά ίσως θα έπρεπε από σήμερα να αναφέρουμε με το όνομά του κάθε έναν που μαθαίνουμε ότι δεν έσκυψε το κεφάλι. Και όχι μόνο από το δικό μας σινάφι· μίλησα γι' αυτούς γιατί τους ξέρω προσωπικά, γνωρίζοντας ότι το ίδιο συμβαίνει αυτές τις μέρες σ' όλες τις δουλειές, σ' όλη την Ελλάδα.
Κι εσύ, ρε βλάκα, τους κοιτάς ακόμα. Και κάνεις πως δεν βλέπεις το αίμα στα χέρια σου.
Γεράσιμος Τρύφωνας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου