Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Τώρα ο Πέτρος ξέρει!



            Oscar Kokoschka
                   Portrait of Olda Kokoschka, 1938
                                                  Blue crayon
                   Allen Memorial Art Museum
                      OBERLIN COLLEGE

Περιμένει κόρη. Η Άννα βρίσκεται στον έκτο μήνα. Σκέφτεται πως σε λίγο καιρό θα την παίρνει στην αγκαλιά του και θα της τραγουδάει νανουρίσματα. Ευτυχώς θα είναι ένα τοσοδούλικο πλασματάκι, που θα του γελάει μόνο και δεν θα ζητάει εξηγήσεις. Ευτυχώς δεν θα χρειαστεί να της πει από τώρα τίποτα για τη ζωή τους που θα είναι δύσκολη. Μόνο να προσέχουμε αγάπη μου, λέει κάθε βράδυ στη γυναίκα του, τον έρωτα της ζωής του από τα εφηβικά τους χρόνια, στα μάτια μας να μη φανεί καμιά αγωνία.

Ο Πέτρος είναι ένας νέος, δυνατός άντρας, μέτριου αναστήματος, ευγενικός σαν παιδί. Τα χέρια του είναι χέρια δουλευτή. Πέρασε τα πρώτα έξι χρόνια της επαγγελματικής του ζωής αλουμινάς, αλλά το εργοστάσιο και τα ασταμάτητα φορτώματα χιλιάδων γραμμών αλουμινίου δεν τον έκαναν τραχύ. Τώρα σεκιουριτάς στην πόρτα των γραφείων της ΔΕΗ, σε μια γειτονιά της Αθήνας, από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή (και βάρδια τα Σάββατα σε κάποιο νοσοκομείο) δεν έχει το νου του μόνο στην ασφάλεια της επιχείρησης αλλά και στους ανθρώπους. Έστω κι αν αυτό σημαίνει πρόστιμο από τον εργοδότη του.

Πώς να αφήσεις τη γιαγιά μπροστά στο μηχάνημα να μην ξέρει ποιό κουμπί να πατήσει, να αγωνιά αν θα τα κάνει όλα σωστά και μαζί της να αγωνιά και η ουρά των άλλων πίσω της αν θα ξεμπλέξουν ποτέ και θα ‘ρθει η σειρά τους να πληρώσουν για να συνεχίσουν τις δουλειές του ο καθένας.

Ο Πέτρος σπεύδει να εξυπηρετήσει όταν τον φωνάζουν γιατί ο τάδε ή ο δείνα δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα. Προχθές βρισκόταν πάλι μπροστά στο μηχάνημα όταν κάποιος περαστικός ξέσπασε την οργή του για τα χαράτσια πετώντας μια πέτρα στη τζαμαρία της εισόδου. Το πλήρωσε με ένα πρόστιμο 50 ευρώ που του έβαλε ο εργοδότης του γιατί δεν βρισκόταν στο πόστο του την ώρα του επεισοδίου. Δεν θα μπορούσε να σταματήσει το δράστη - το πολύ πολύ να έτρωγε την πετριά ο ίδιος - αλλά θα μπορούσε να τον είχε δει και να τον περιγράψει, του είπε το αφεντικό.

Ο μισθός του είναι μόλις εξακόσια ευρώ, όσο για τα ένσημα ελπίζει να μπαίνουν, να έχει ασφάλιση. Και να μη φάει άλλο πρόστιμο. Γιατί από αυτά, άλλο τίποτα. Είσαι αξύριστος; πενηντάρικο. Καπνίζεις; πενηντάρικο. Φοράς σκουλαρίκι; πενηντάρικο. Είναι χαλαρός ο κόμπος της γραβάτας; πενηντάρικο. Ευτυχώς, μερικές φορές αναλαμβάνει να εξυπηρετήσει τον κόσμο που περιμένει στο μηχάνημα ο κουλουρτζής, που έχει το πόστο του στην είσοδο και τον έχει στο νου του. «Μη φας κι άλλο πρόστιμο, καημένε, κρίμα είναι».

Αλλά ο Πέτρος ξέρει. Κατάλαβε όταν τον απέλυσαν από το εργοστάσιο. Εκεί έπαιρνε 1400 ευρώ το μήνα, αλλά μετά από έξι χρόνια σκληρής δουλειάς - 7.00 με 7.00 κάθε μέρα - ο επιχειρηματίας τον έδιωξε μαζί με άλλους 14 ειδικευμένους εργάτες. Οχι, δεν έβαλε λουκέτο το εργοστάσιο. Ακόμα και τώρα, μέσα στην κρίση, φορτώναμε κάθε μέρα δεκάδες φορτηγά για το εσωτερικό και το εξωτερικό. «Δουλειά έχει, ξέρω, γιατί εγώ τα φόρτωνα, απλώς δεν γίνεται πια το τρελό πανηγύρι που γινόταν το 2005 και το 2006». Αλλά ο επιχειρηματίας συνεχίζει να θέλει τα κέρδη που έβγαζε τότε.

Κι αφού δεν μπορεί να τα βγάλει από τις πωλήσεις θα τα βγάλει από αυτό το άτιμο το μισθολογικό κόστος, αντικαθιστώντας τους υπαλλήλους του με ανειδίκευτους Πακιστανούς που μπορεί να εκμεταλλεύεται με 400 ευρώ και ποιος ξέρει πόσα ένσημα και τι ασφάλιση. Αυτά θα τα εξασφάλισε σίγουρα από κανένα πρόγραμμα... ενίσχυσης της απασχόλησης. Τι λέξη κι αυτή στη θέση της εργασίας! Αλλά ο Πέτρος πια ξέρει. Και μαθαίνουν μαζί του όλο και περισσότεροι. Κι άντε μετά να τους κάνετε ζάφτι!

Γεράσιμος Τρύφωνας
 

Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2011

Διότι δεν συνεμορφώθην


                                                 «Ποδηλάτης μεταμφιεσμένος σε τσολιά»
                                                      Γιάννης Τσαρούχης
                                                                                
Μέχρι πριν από λίγο καιρό οι καρδινάλιοι των κεντρικών δελτίων ειδήσεων μας έλεγαν 120 φορές το λεπτό ότι οι δανειστές μας, οι μεγάλοι Ευρωπαίοι προστάτες μας, θέλουν να δουν αίμα να τρέχει για να αποφασίσουν ότι αξίζει τον κόπο να μας σώσουν. Το είπαν, το ξανάπαν - μπαφιάσαμε - μέχρις ότου όσοι έπρεπε να το πιστέψουν το πίστεψαν ότι πρέπει να θυσιαστούν (οι άλλοι) για να ζήσουν!

Και τότε, όταν πια ο πάντα έτοιμος λαός το είχε εμπεδώσει, οι παρομοιώσεις με τα αίματα κόπηκαν μαχαίρι. Ήξεραν ότι είχε έρθει η ώρα το αίμα να τρέξει πραγματικά, η απειλή είχε κάνει τη δουλειά της, είχε τρομάξει όσους μπορούσε να τρομάξει και δεν είχαν πια λόγο να εκτίθενται. Το παραμύθι έπρεπε να αλλάξει, να... αφηγηθούν την ιστορία αλλιώς.

Οι καρδινάλιοι άρχισαν πάλι απ' την αρχή. Τώρα το αίμα έτρεχε κάπου στο βάθος, στο προσκήνιο είχε περάσει η μάχη της σωτηρίας, που έχει θύματα αλλά - τι να κάνουμε τώρα - είναι αναγκαία για να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις, να ξανάρθει κάποτε σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα η ανάπτυξη, γιατί μόνο αυτή, λέει, μπορεί να ζήσει όσους τυχερούς εργαζόμενους γλυτώσουν τη λαιμητόμο από την οποία είναι προορισμένοι να περάσουν.

Η κρεατομηχανή άρχισε να δουλεύει από τότε ασταμάτητα. Οχι, βέβαια, γιατί έτσι θα σωζόταν η χώρα και η οικονομία της (ποιος πιστεύει ακόμα τέτοια παραμύθια - η χώρα και η οικονομία ποιανού), αλλά για να τσακίσει κάθε αντίσταση, σε κάθε χώρο δουλειάς. Από την Ελληνική Χαλυβουργία μέχρι τα συγκροτήματα του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου.

Παντού. Όπου, οι εργαζόμενοι δεν δέχθηκαν να παίξουν το παιχνίδι τους. Δεν δέχθηκαν να αυτοκτονήσουν (ως άνθρωποι) για να ζήσουν (ως συνένοχοι). Και δεν υπέγραψαν κανένα βρωμόχαρτο, κρατώντας ψηλά το κεφάλι και την αξιοπρέπειά τους. Ανάμεσά τους δεκάδες φίλοι και συνάδελφοί μου, η Πόπη (Χριστοδουλίδου) και ο Σπύρος (Πάνου), η συμμαθήτριά μου η Πέπη (Οικονομάκη) και ένα σωρό άλλοι γνωστοί και άγνωστοι στη δημοσιογραφική πιάτσα, όπως τα παιδιά στον Alter και τα υπόλοιπα μαγαζιά.

Συγνώμη που δεν τους αναφέρω όλους με τα ονόματά τους, συγνώμη για όσους δεν ξέρω, αλλά ίσως θα έπρεπε από σήμερα να αναφέρουμε με το όνομά του κάθε έναν που μαθαίνουμε ότι δεν έσκυψε το κεφάλι. Και όχι μόνο από το δικό μας σινάφι· μίλησα γι' αυτούς γιατί τους ξέρω προσωπικά, γνωρίζοντας ότι το ίδιο συμβαίνει αυτές τις μέρες σ' όλες τις δουλειές, σ' όλη την Ελλάδα.

Κι εσύ, ρε βλάκα, τους κοιτάς ακόμα. Και κάνεις πως δεν βλέπεις το αίμα στα χέρια σου.

Γεράσιμος Τρύφωνας

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Τα όπλα των εφοπλιστών



                                                                                                       «Ναυάγιο»
                                                                                                        Ιβάν Κονσταντίνοβιτς Αϊβαζόφσκι
                                                                                                                        1817 - 1900
                                                                                                             

Ξέρετε πώς είναι η ζωή σε ένα φορτηγό που ταξιδεύει επί μήνες στη θάλασσα; Ένα γκαζάδικο, ας πούμε, με ελληνική σημαία και 25μελές πλήρωμα. Σαν αυτά στα οποία θέλουν οι εφοπλιστές να εγκαταστήσουν ένοπλα στρατιωτικά αποσπάσματα για να μην αφήνουν το χρυσοφόρο φορτίο τους στο έλεος, λέει, της πειρατείας. Ένα τέτοιο πλοίο έχει συνήθως τρεις, άντε στην καλύτερη περίπτωση έξι, Έλληνες ναυτικούς. Ανάμεσά τους τον καπετάνιο, για να υπάρχει κάποιος να μεταφέρει τις εντολές της εταιρείας, και τον α΄ μηχανικό. Οι υπόλοιποι ναυτικοί είναι συνήθως Ρώσοι, Ουκρανοί, Μπουρμανοί, Φιλιππινέζοι, Μαροκινοί, Γκανέζοι, Σύριοι και Ρουμάνοι. Πραγματική Βαβυλωνία.

Η συντροφικότητα και η κατανόηση σ' ένα τέτοιο πλοίο είναι ήδη μια πολύ δύσκολη εξίσωση, που ξεκινά από τις εξωφρενικές μισθολογικές ανισότητες (ιδού ανάμεσα στα άλλα η χρησιμότητα των πολυεθνικών πληρωμάτων για τον εφοπλιστή) και φθάνει μέχρι τον τρόπο που εκφράζουν (ή δεν εκφράζουν) όλοι αυτοί οι άνθρωποι τους πόθους και τις αγωνίες τους.

Τώρα στην πλάτη των ναυτικών - η ασφάλεια των οποίων στη θάλασσα, αυτή που προστατεύουν θεωρητικά νόμοι και διεθνείς συμβάσεις, είναι έτσι κι αλλιώς εκ των πραγμάτων επισφαλής - θέλουν να φορτώσουν από έξι αρματωμένους "ράμπο" ανά πλοίο. Η φρουρά θα ταξιδεύει μαζί τους και θα... κάθεται, λέει, ήσυχα (σε καταστολή θα τους έχουν;) σε όλη την άλλη πορεία, μήπως χρειαστεί να επέμβει για να υπερασπιστεί το καράβι σε επιθέσεις πειρατών στα στενά της Μάλακα και τον κόλπο του Άντεν.

Οι ναυτεργάτες μιλούν για τρομοκρατία εν όπλοις μέσα στα πλοία, που θα χειροτερέψει και άλλο τις σκληρές συνθήκες εργασίας των πληρωμάτων. Υπερβολές, λέτε; Πώς εξηγείται τότε η πρόβλεψη στο σχέδιο νόμου ότι «ναυτικός, μέλος πληρώματος του πλοίου, που μετά την έκδοση της άδειας παροχής υπηρεσιών ενόπλων ιδιωτών φρουρών επιθυμεί τη διακοπή της εργασίας του στο πλοίο, δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας, δικαιούμενος σε παλιννόστηση με δαπάνες του πλοιοκτήτη ή του διαχειριστή του πλοίου»! Δεν νομίζετε ότι κάτι τρέχει;

Φυσικά, τόσες μέρες στα δελτία ειδήσεων της πλουραλιστικής μας τηλεόρασης και στις ανεξάρτητες εφημερίδες δεν ακούσαμε και δεν διαβάσαμε στην πραγματικότητα τίποτα για όλα αυτά - όπως πέρασε καιρός και βούηξε ο τόπος μέχρι να πουν κάτι για τον αγώνα των χαλυβουργών· ένα μήνα έκαναν τις πάπιες, έφτασε ο κόμπος στο χτένι, έπρεπε στο τέλος κάτι να ψελλίσουν για όσα συμβαίνουν στην Ελληνική Χαλυβουργία, έστω και με μισόλογα. Και μετά αναρωτιούνται τι έχουν τα έρμα τα Μέσα και ψοφάνε!

Τα ίδια και με το νομοσχέδιο για την πειρατεία. Κουβέντα για την "ναυτολόγηση" ενόπλων, που δεν θα θεωρούνται πάντως μέλη του πληρώματος· καμία συζήτηση, αμφισβήτηση, έστω αμφιβολία. Κουβέντα για τους ναυτικούς, κουβέντα και για τα αίτια της πειρατείας, για να μη μιλήσουμε για την ολοκληρωτική κατοχή από τους στρατούς του κεφαλαίου των πάλαι ποτέ ανοιχτών θαλασσών. Και η ασφάλεια του καραβιού και των ναυτικών; Όπλα και πυρομαχικά σε τάνκερ που μεταφέρουν εύφλεκτους υδρογονάνθρακες και τοξικά χημικά, σε καράβια όπου οι ασφαλιστικοί νόμοι απαγορεύουν και την παραμικρή πρόκληση σπινθήρα, όχι από όπλο, αλλά από το σφυρί και το κοπίδι του λοστρόμου στην κουβέρτα! Τίποτα για όλα αυτά.

Μόνο φασαρία πολλή και κλάμα διακαναλικό για την... αδιανόητη εισπήδηση του Χρήστου Παπουτσή που παρουσίασε το επίμαχο νομοσχέδιο, παραβιάζοντας τα θαλασσινά χωράφια του Άδωνη, ο οποίος με τη σειρά του, όχι ως υφυπουργός Ναυτιλίας, αλλά ως εκπρόσωπος των εφοπλιστών άρχισε να απειλεί την επομένη ότι με αυτά που κάνει ο Παπουτσής θα φύγουν σε μια ώρα 300 πλοία από την ελληνική σημαία. Μα καλά, τέτοιο κακό για τα πρωτεία της αρμοδιότητας; Όχι βέβαια, αλλά αυτό δεν μπήκαν στον κόπο να μας το εξηγήσουν οι ειδήσεις, τρομάρα τους.

Πίσω από τα σαράντα κύματα της διακαναλικής μας σαπουνόπερας, η αλήθεια είναι ότι οι εφοπλιστές εξοργίστηκαν με το νομοσχέδιο γιατί τους έδινε μεν το στρατό τους αλλά ζητούσε κατιτίς να αναλάβουν από το κόστος. Να πληρώνουν ένα παράβολο στο κράτος - αστεία λεφτά - για να μπορούν να ανεβάσουν ενόπλους στα πλοία τους και φυσικά να πληρώνουν και τους μισθούς των ενόπλων. Αλλά δεν τα είχαν σχεδιάσει έτσι, αυτοί που πάντα κανόνιζαν να εξαιρούνται από όλους τους φόρους και από όλες τις υποχρεώσεις απέναντι σε ένα κράτος που τους κάνει όλα τα χατίρια για να κρατούν σε... αντάλλαγμα το 80% του στόλου τους σε ξένες σημαίες. Κατά τα άλλα είναι, λέει, το "βαρύ πυροβολικό" της εθνικής μας οικονομίας.

Έφριξαν γιατί είχαν κανονίσει, όπως πίστευαν, με το άλλο συναρμόδιο υπουργείο, το Ανάπτυξης, όπου ανήκει και ο υφυπουργός Ναυτιλίας, ότι ο ιδιωτικός τους στρατός θα προσληφθεί εξόδοις του κράτους και δεν περίμεναν να τους πουλήσει ο παλαιός τους γνώριμος του Προστασίας του Πολίτη. Δεν ήταν για την ψυχή του παππού τους, διάολε, τα μηχανάκια στην Πυροσβεστική και το 1.000.000 ευρώ για την συντήρηση των πλωτών μέσων του Λιμενικού που είχε δωρίσει, ενώ ψηνόταν το νομοσχέδιο, η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών! Τζάμπα τα πλήρωσαν;

Κάπως έτσι έπεσε όλες αυτές τις ημέρες άκρα του τάφου σιωπή για το θέμα. Μέχρι να έρθει το σωστό (για τα συμφέροντα των εφοπλιστών) νομοσχέδιο. Και η κρίση; Ποια κρίση, για την περήφανη ελληνική ναυτιλία μιλάμε...

Γεράσιμος Τρύφωνας

Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

3η του Δεκέμβρη 1944


ΟΤΑΝ Ο ΛΑΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ
ΔΙΑΛΕΓΕΙ Ή ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ Ή ΤΑ ΟΠΛΑ  -  ΕΑΜ



Δεν έχουν περάσει δυό μήνες από την απελευθέρωση. Από την ημέρα που ο λαός της Αθήνας πλημμύριζε το Σύνταγμα με τα λάβαρα του ΕΑΜ και τις σημαίες των συμμάχων, την κόκκινη με το σφυροδρέπανο των Σοβιετικών, την αστερόεσσα των Αμερικανών και την union jack των φίλων μας των Αγγλων να ανεμίζουν αδελφωμένες. Που να 'ξεραν. Ποιος να το 'λεγε τότε.

Αλλά ας τα πει καλύτερα όπως τα έζησε εκείνη την Κυριακή, τη ματωμένη Κυριακή της 3ης του Δεκέμβρη του '44, πριν από 67 χρόνια σαν σήμερα, η Μαρία με τη φωνή που της έδωσε ο Γιώργος Μιχαηλίδης στο "Λαβύρινθο", στο δεύτερο τόμο της μυθιστορηματικής τριλογίας ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ, ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΑΓΝΕΙΑΣ. 

"Θυμάσαι κείνη την Κυριακή στις 3 του Δεκέμβρη; Κατεβαίνουμε στους δρόμους λαός και λαός από τις συνοικίες, από τον Πειραιά, αμέτρητοι, να κάνουμε διαδήλωση που είχανε παραιτηθεί οι υπουργοί μας, που ο Σκόμπυ έκανε τον Χίτλερ, που οι ταγματαλήτες μπαίναν από την πίσω πόρτα στο στρατό σαν αξιωματικοί, που είχε αρχίσει πάλι η πείνα. Είχαμε γίνει όλοι δισεκατομμυριούχοι. Πηγαίναμε στον μπακάλη ένα καλάθι λεφτά και παίρναμε ένα αυγό.

Κατεβήκαμε στη διαδήλωση η Δέσποινα, η Μαρία, ο Παράσχος, εγώ, ο Χαράλαμπος κι η μισή γειτονιά. Μέχρι κι ο Γιάννης ο ποδηλατάς ήρθε (...) Εσύ και όλος ο ΕΛΑΣ πήρατε εντολή να μείνετε στα πόστα σας, για να μην πούνε πως κατέβασε το Κόμμα οπλισμένους στο συλλαλητήριο. Τι κόσμος ήταν αυτός, αγόρι μου! Θάλασσα! Σκέψου, εμείς είμασταν στην Αλεξάνδρας κι οι πρώτοι φτάνανε στο Σύνταγμα. Και πίσω μας άλλο ποτάμι. Οι φωνές μας στον ουρανό.

Και ξαφνικά μπροστά μας ακούμε μια βουή, μια αντάρα, «Δολοφόνοι, Δολοφόνοι!» φωνάζανε. Μαθαίνουμε πως τη στιγμή που η πορεία έκανε να μπει στο Σύνταγμα, ρίξανε στο ψαχνό από τις ταράτσες της Ασφάλειας κι από τη «Μεγάλη Βρεταννία». Τριάντα νεκροί, λέει, και διακόσιοι τραυματίες. Σπρώχναμε μεις τους μπροστινούς, μας σπρώχνανε οι άλλοι από πίσω, θέλαμε όλοι να φτάσουμε κει που γίνηκε το κακό. Να 'βλεπες τα αίματα, αγόρι μου! Λίμνη πάνω στην άσφαλτο, μέσα στις ράγες του τραμ. Σπάγαμε τα ξύλα από τα πανό, φτιάχναμε σταυρούς και τους ακουμπάγαμε εκεί που 'χε φύγει η ζωούλα τους.

Κάθονταν οι φονιάδες γύρω με τα τουφέκια στο χέρι και μας κοιτάζανε. Είχανε έρθει στο μεταξύ και οι Εγγλέζοι με τανκς και στρατό, εμείς τους αγκαλιάζαμε, τους φιλάγαμε, τους δείχναμε τους αστυφύλακες του Έβερτ, «Αυτοί σκοτώσανε τα παιδιά μας», χαμογελάγανε εκείνοι. Που να ξέραμε, τρομάρα μας."



Σήμερα, όμως, ξέρουμε πια. Και είναι καιρός να σηκωθούμε ξανά. Οπως τότε, ακριβώς την επομένη, στις 4 του Δεκέμβρη, όταν ο λαός δε λούφαξε και ξαναβγήκε μυριάδες στους δρόμους για να κηδέψει τους νεκρούς του. Τότε το ματωμένο πανό του ΕΑΜ που κρατούσαν μαυροφορεμένες γυναίκες γονατιστές πίσω από τα φέρετρα έγραφε με μεγάλα κόκκινα γράμματα: "Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα". Τώρα;

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Λίγη αξιοπρέπεια, παρακαλώ



                                                                                                         Neil Hamon
                                                                                                            Suicide Self-Portrait - Hanging, 2006

Come forth Lazarus! And he came fifth and lost the job.

Ντρέπομαι, που δημοσιογράφοι άνθρωποι, υποτίθεται μορφωμένοι και λίγο πιο ενημερωμένοι από τους άλλους, όλοι εμείς που θέλουμε να μας λένε έγκυρους και μας αρέσει να μας ρωτούν και να εμπιστεύονται την κρίση μας εκεί έξω στην κοινωνία, πρέπει μεταξύ μας να συζητάμε τα αυτονόητα. Ας είναι. Ab ovo, λοιπόν.

Καταρχάς κανένας - από εμάς τουλάχιστον που γνωριζόμαστε - δεν είναι άνετος, δεν έχει εξασφαλισμένη την αύριο, κανείς δεν ξέρει πως θα τα βγάλει πέρα αν βρεθεί χωρίς δουλειά. Αλλά προσέξτε αν είναι με αυτή τη δικαιολογία να πούμε "σφάξε με αγά μου ν' αγιάσω" δεν έχει κανένα νόημα. Σφαγμένος τι δουλειά θα κάνεις, συνάδελφε;

Φωνάζουν στις συνελεύσεις μας αρκετοί συνάδελφοι «πού είναι η Ένωση» και «τι κάνει η Ένωση»! Θα τους πρότεινα, προτού ξαναφωνάξουν, να σκεφτούν δυο τρία πράγματα. Πρώτον, η Ένωση Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθήνας - Πειραιά είμαστε εμείς. Δεύτερον, εμείς είμαστε που ψηφίσαμε ποιοι θα μας εκπροσωπήσουν στο σωματείο μας για να υπερασπίζονται τα συμφέροντά μας. Και τρίτον εμείς έχουμε το καθήκον να επιβάλλουμε στο σωματείο μας να μας εκπροσωπεί και να τα προασπίζει.

Αντ' αυτού κάνουμε σαν να είναι το σωματείο η μαμά μας, που θα συμμαζέψει τον αυταρχικό πατέρα, ο διαιτητής που θα μπει στη μέση. Κι ας ξέρουμε ότι άλλοι είναι οι πραγματικά ισχυροί συγγενικοί δεσμοί του σωματείου που φτιάξαμε. Κι ας ξέρουμε κάτι συμπέθερους, που τη μια κρύβονται, την άλλη ανεβάζουν πυρετό και την τρίτη - ακόμα χειρότερα - εμφανίζονται ultra επαναστάτες, βαλτοί από τους εργοδότες, για να μπλοκάρουν τις διαπραγματεύσεις.

Αλήθεια, μια και πιάσαμε τους εργοδότες, μια παρατήρηση. Γιατί ρε παιδιά, σε αυτές τις ίδιες συνελεύσεις, δεν έχουμε ποτέ τίποτα να πούμε γι' αυτούς και όσα έχουν κάνει; Λες και δεν είναι αυτοί ο εχθρός. Λες και δεν είναι αυτοί που μας εξαπατούν κάθε φορά με συμφωνίες κυρίων και ομολογίες πίστεως υπέρ εργασιακής ειρήνης. Με τις αναγκαίες θυσίες - βέβαια - την απόλυση των κάθε φορά περιττών. Υπάρχει πάντα μια καλή δικαιολογία στη δημοσιογραφία, που αρκεί για να καλύψει όλες τις πομπές. Πώς το λέει ο λαός; Μαζί με τα ξερά...

Αλλά ας το καταπιούμε κι αυτό· γιατί το κατάπιαμε, όποτε συνέβη, χωρίς απεργία, χωρίς αγώνα και μάχη καμιά. Με κατεβασμένο το κεφάλι απέναντι σ' αυτούς που έφευγαν και την ανέκφραστη αλαζονεία ότι επειδή μείναμε, τελικά, δεν είμαστε ίδιοι! Ας είμαστε ειλικρινείς για μια φορά..

Τώρα μας ζητούν να συναινέσουμε και στην κατάργηση της συλλογικής μας σύμβασης. Να υπογράψουμε ότι δεχόμαστε 20% χαμηλότερες αποδοχές. Κι αυτό όχι μέσω μιας νέας συλλογικής σύμβασης εργασίας αλλά κατά μόνας, με ατομικές. Γιατί δεν τους φτάνει να περικόψουν μόνο τους μισθούς μας, θέλουν να μας δέσουν με χέρια και πόδια. Στην πραγματικότητα, ό,τι κι αν λένε, δεν θέλουν καμία συλλογική σύμβαση, όπως δεν ήθελαν ποτέ - και τώρα με το μέτωπο ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ και τους προθύμους της παρέας τους να στρώνουν το παιχνίδι είναι η ευκαιρία τους να το πετύχουν.

Το έχω ξαναγράψει εδώ και ισχύει στο ακέραιο και στη δική μας περίπτωση. Ο καπιταλισμός θα κάνει τα πάντα για να ζήσει. Και θα σκοτώσει - και από μας - όσους χρειαστεί για να το πετύχει. Αλλά εμείς (που το ξέρουμε, όλοι το ξέρουμε, μην κοροϊδευόμαστε) αντί να τους γυρίσουμε την πλάτη, να τους στείλουμε θέλουν δεν θέλουν στο σωματείο μας, που έχουμε εξουσιοδοτήσει να υπογράφει τις συμβάσεις μας, συζητάμε ποιο μάγουλο θα στρέψουμε πρώτο και με ποιο χέρι να υπογράψουμε. Τι θα πούμε αν μας φωνάξουν, ρωτάνε κάποιοι· με ποια δικαιολογία να ξεφύγουμε;

Την απάντηση την ξέρει ο καθένας μόνος του. Και επειδή άκουσα πολλούς να ζητούν μια ρεαλιστική λύση από τη μαμά-Ένωση, για να διασώσουμε ό,τι μπορούμε, η μόνη που ξέρω εγώ για να το πετύχουμε λέγεται αγώνας. Εκτός αν με τις επικλήσεις περί ρεαλισμού ζητάμε να αλείψουμε μόνοι μας με σαπούνι το σκοινί που θα μας κρεμάσουν. Εάν αυτό εννοούμε να το πούμε ευθέως. Χωρίς τσιριμόνιες. Λίγη αξιοπρέπεια, παρακαλώ.

Γεράσιμος Τρύφωνας

ΥΓ: Οι μεταλλεργάτες της Ελληνικής Χαλυβουργίας μπήκαν σήμερα στο δεύτερο μήνα απεργίας, συμπλήρωσαν 31 ημέρες αγώνα για την υπεράσπιση της δουλειάς τους και της συλλογικής τους σύμβασης. Μ' άλλα λόγια για το ψωμί και την αξιοπρέπειά τους!